Συνήθεις απορίες
Ποια είναι η καταλληλότερη ηλικία να ξεκινήσει ένα παιδί την Αγλική γλώσσα;
Σύμφωνα με τους γλωσσολόγους και τους επιστήμονες, οι νευρώνες του εγκεφάλου μπορούν να ξεχωρίσουν διαφορετικά είδη γνώσης από πολύ μικρή ηλικία. Επομένως, η ηλικία των 6-7 ετών (όταν τα παιδιά φοιτούν στη Β' αλλά πολλές φορές και στην Α' τάξη Δημοτικού) ενδείκνυται για το ξεκίνημα (φοίτηση στην τάξη Pre-Junior). Το παιδί παρακολουθεί μόνο μία ώρα την εβδομάδα, κατά τη οποία απασχολείται κυρίως με παιχνίδια διαδραστικού περιεχομένου. Έτσι η μάθηση γίνεται μια ελκυστική διαδικασία, γιατί του δημιουργείται αγάπη και ενδιαφέρον για τη γλώσσα.
Το αργότερο στην Γ' Δημοτικού συνιστούμε να ξεκινήσει την Α' Junior τάξη (ήδη το μυαλό του έχει ωριμάσει κατά 1 ή 2 χρόνια και είναι σε θέση να απορροφήσει τις γνώσεις καλύτερα). Εξάλλου, η εισαγωγή της Αγγλικής γλώσσας στην Γ' Δημοτικού του Δημοσίου Σχολείου «επιβάλλει» το ξεκίνημα το αργότερο σ’ αυτήν την ηλικία.
Μήπως είναι καλύτερα να καταφύγουμε σε ιδιαίτερα μαθήματα;
Δεν πρέπει να αγνοεί κανείς ότι το μάθημα στην τάξη είναι αναντικατάστατο, γιατί αποτελεί πρωταρχικά κοινωνική εκδήλωση. Το παιδί, αποτελώντας μέρος μιας ομάδας, έχει τη δυνατότητα να «δει» τον εαυτό του σε σχέση με τους συμμαθητές του, να συμμετέχει σε παιχνίδια, ομαδικές εργασίες και δραστηριότητες, να μετρήσει τις δυνάμεις του. Εξάλλου η σημερινή εποχή απαιτεί τη συνεργατική μάθηση (co-operative learning) η οποία οδηγεί στην ομαδική εργασία, τη στιγμή μάλιστα που τα προβλήματα της κοινωνίας είναι πολυσύνθετα και το άτομο πρέπει να μάθει να συνεργάζεται με τους γύρω του. Γενικά, η τάξη αποτελεί μια μοναδική εμπειρία, ενώ όταν ένα παιδί είναι μόνο του απέναντι σ' έναν ενήλικα δυσανασχετεί, γιατί αισθάνεται απομονωμένο και αποξενωμένο. Επίσης, η χρήση της τεχνολογίας, που διαθέτει ένα οργανωμένο Κέντρο Ξένων Γλωσσών και δεν διαθέτει ο καθηγητής του ιδιαίτερου, συμβάλλει στη θετικότερη εμπέδωση και είναι ένα μοναδικό πλεονέκτημα. Βεβαίως, το ιδιαίτερο είναι μια μεγάλη ευκολία, μια και εξοικονομείται χρόνος ακόμη και από τις μετακινήσεις. Παρόλα αυτά ενδείκνυται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις και σε παιδιά με ιδιαιτερότητες (μαθησιακές δυσκολίες κάθε τύπου, πχ. Δυσλεξία, Διάσπαση Προσοχής, Ανικανότητα προσαρμογής στην τάξη, Υπερκινητικότητα κλπ), πάντοτε όμως με εξειδικευμένο καθηγητή και προσαρμοσμένο στους ρυθμούς του παιδιού.
Το παιδί λοιπόν «ανήκει» στην τάξη μαζί με τους φίλους και συμμαθητές του. Εξ άλλου, φοιτώντας στο Κέντρο Ξένων Γλωσσών διασφαλίζονται όλα τα πλεονεκτήματα της οργανωμένης παροχής υπηρεσιών.
Σε πόσα χρόνια μπορεί να ολοκληρωθεί η εκμάθηση των Αγγλικών σε παιδιά?
Αυτό που ισχύει εδώ και πολλά χρόνια ως δοκιμασμένο σύστημα είναι η 8ετής φοίτηση μέχρι το επίπεδο Β2 (LOWER). Όλα τα βιβλία των ξένων έγκυρων εκδοτικών οίκων μέχρι σήμερα βασίζουν την ύλη τους πάνω σ΄ αυτή την αρχή. Τον τελευταίο καιρό υπάρχουν κάποιοι που ισχυρίζονται ότι μπορούν να ολοκληρώσουν τον κύκλο της γλώσσας σε 4 ή 5 χρόνια. Αυτό αποτελεί έναν επικίνδυνο και ανεύθυνο πειραματισμό, με αποτυχημένο αποτέλεσμα γιατί η πρακτική αυτή συμπιέζει την ύλη και αναγκάζει το παιδί να δώσει εξετάσεις πολύ νωρίς, όταν είναι ακόμη ανώριμο να τις αντιμετωπίσει. Έτσι, ενδέχεται να χρεωθεί μια αποτυχία για την οποία δεν ευθύνεται το ίδιο.
Σε ειδικές περιπτώσεις, παιδιά χαρισματικά, με ιδιαίτερη κλίση στις Ξένες Γλώσσες, είναι δυνατόν να υπερπηδήσουν μια «εύκολη» τάξη με κοινή συναίνεση του Κέντρου Ξένων Γλωσσών και του γονέα. Στα κέντρα ξένων γλωσσών Ευαγγελίδη αυτή η δυνατότητα αξιοποιείται συχνά, και όταν η περίσταση το επιβάλλει.
Ποια είναι η κατάλληλη ηλικία να δώσει ένα παιδί εξετάσεις επιπέδου Β2 (LOWER);
Δεν υπάρχει κατάλληλη ηλικία, υπάρχουν όμως προϋποθέσεις. ΄Ολες οι εξετάσεις απευθύνονται σε ώριμα άτομα και ενήλικες.
Αν λοιπόν το παιδί:
α) Καλύψει την ύλη (syllabus) που προκαθορίζεται από τους φορείς που οργανώνουν τις εξετάσεις και περνάει με επιτυχία τα Δοκιμαστικά (Mock) tests,
β) έχει υψηλές επιδόσεις την τάξη (καθημερινή ορθογραφία, Τέστ, Quiz, έκθεση, προφορικά) και μελετάει μεθοδικά,
γ) είναι καλός μαθητής στο Ελληνικό σχολείο,
δ) έχει την ωριμότητα της σκέψης και διαθέτει καλή κρίση,
τότε υπάρχουν πολλές πιθανότητες να επιτύχει τις εξετάσεις. Αν δεν ισχύουν κάποιες από τις παραπάνω προϋποθέσεις, είναι καλύτερα να περιμένει μέχρι την Β' ή Γ' Γυμνασίου, όπου οι πιθανότητες επιτυχίας θα είναι αυξημένες, χωρίς το παιδί να «χρεωθεί» -ψυχολογικά κυρίως- μια αποτυχία.
Επιβάλλεται να συνεχίσει κανείς για τα ανώτερα επίπεδα της Αγγλικής Γλώσσας ή αρκεί το επίπεδο Β2 (LOWER);
Από τη στιγμή που το ΑΣΕΠ ορίζει διαβαθμίσεις και μόρια ανά επίπεδο, και η καριέρα αποτελεί σταθερό στόχο, όσα περισσότερα πτυχία αποκτήσει ο υποψήφιος τόσο μεγιστοποιούνται οι πιθανότητες να καταλάβει μια θέση στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα. Άρα η απόκτηση περισσότερων και ανώτερων πτυχίων όχι μόνο στην Αγγλική αλλά και σε άλλες γλώσσες είναι «επιβεβλημένη».
Σε γενικές γραμμές, όμως, πρέπει να γίνει γνωστό ότι σε επίπεδα υψηλότερα του Β2 δηλαδή Γ1 και Γ2 τα πανελλαδικά ποσοστά επιτυχίας σε ηλικίες 14-16 είναι εξαιρετικά χαμηλά.
Γιατί αποτυγχάνουν οι υποψήφιοι στις εξετάσεις των πτυχίων;
Ο σπουδαιότερος λόγος είναι γιατί δεν συνειδητοποιούν τις πραγματικές απαιτήσεις των εξετάσεων, δεν καταβάλουν την απαιτούμενη προσπάθεια και ούτε θέτουν το πτυχίο ως πρωταρχικό στόχο. Επίσης, έχουν έλλειμμα αυτογνωσίας και ωριμότητας, τις περισσότερες φορές βέβαια δικαιολογημένα λόγω ηλικίας. Τα περισσότερα Κέντρα Ξένων Γλωσσών δεν προετοιμάζουν κατάλληλα τους υποψηφίους όσον αφορά την τεχνική των εξετάσεων, ούτε καλύπτουν τον πραγματικό όγκο δουλειάς που απαιτείται για τη διασφαλισμένη, όσο γίνεται, επιτυχία.
Πότε μπορεί ένα παιδί να ξεκινήσει μια δεύτερη γλώσσα; Ποια γλώσσα θα προτείνατε;
Τα νέα δεδομένα ορίζουν ότι η εισαγωγή της δεύτερης Ξένης Γλώσσας θα γίνεται επιλεκτικά στην Ε΄ Δημοτικού. Αυτά τα δεδομένα του Δημόσιου Σχολείου ορίζουν τη Γαλλική ή τη Γερμανική ως δεύτερη γλώσσα. Είναι αλήθεια ότι τα γερμανικά έχουν ξεπεράσει πια κατά πολύ σε προτίμηση τα γαλλικά.
Μπορεί ο γονέας να βοηθήσει το παιδί του στην εκμάθηση της Ξένης Γλώσσας και να συμβάλει στην πρόοδό και τις επιτυχίες του;
Ο ρόλος του γονέα πρέπει να είναι καθαρά ελεγκτικός. Σε συνεργασία με το Κέντρο Ξένων Γλωσσών πρέπει να υπενθυμίζει στο παιδί το στόχο του και να διασφαλίζει τις προϋποθέσεις εκείνες που θα οδηγήσουν στην επίτευξή του. Να είναι ο συμπαραστάτης του παιδιού στην προσπάθειά του, χωρίς να γίνεται φορτικός. Σε καμιά περίπτωση, πάντως, δεν πρέπει να υποκαθιστά το ρόλο του καθηγητή.
Πόσο ουσιαστική είναι η συμβολή των πολυμέσων στην εκμάθηση μιας Ξένης Γλώσσας;
Είναι πολύ ουσιαστική, ιδιαίτερα με το συνδυασμό Internet και διαδραστικού πίνακα έχουμε πρόσβαση σε άπειρες πηγές πληροφόρησης, δυνατότητα χρήσης των κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ακόμα και δυνατότητα επικοινωνίας με συνομήλικα παιδιά απ' όλο τον κόσμο. Παράλληλα, το παιδί εξοικειώνεται με την αναζήτηση και διαχείριση της πληροφορίας, που θα του είναι πρώτιστη ανάγκη στη ζωή του.
Κάποιος που στο παρελθόν απέτυχε να αποκτήσει ένα έγκυρο πτυχίο, μπορεί να προσπαθήσει πάλι;
Φυσικά. Στα κέντρα ξένων γλωσσών Ευαγγελίδη θα σας προτείνουμε τη λύση που ταιριάζει στον καθένα καλύτερα και αφού διαγνώσουμε τις αδυναμίες σας με ένα κατατακτήριο (Placement) Test, θα επεξεργαστούμε μαζί το χρονοδιάγραμμα εκπαίδευσης.
Ποια είναι η χρησιμότητα των Θερινών Μαθημάτων;
Σε ένα πραγματικά αντιπαιδαγωγικό και εξοντωτικό εκπαιδευτικό σύστημα όπως το ελληνικό, πιστεύουμε πως οι μαθητές πρέπει το καλοκαίρι να ξεκουράζονται. Υπάρχουν όμως και μεμονωμένες περιπτώσεις, όπου αδύνατοι μαθητές πρέπει να ενισχυθούν με καλοκαιρινά μαθήματα, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η ομοιογένεια της τάξης κατά την επόμενη χρονιά. Επίσης, όπως προαναφέραμε, και πάλι σε ειδικές περιπτώσεις, υπάρχει η δυνατότητα υπερπήδησης μιας «εύκολης» τάξης .
Τα Πιστοποιητικά Γλωσσομάθειας (Πτυχία) έχουν συγκεκριμένη χρονική Ισχύ;
Σε αντίθεση με ότι φημολογείται κατά καιρούς, τα Πτυχία ισχύουν για απεριόριστο χρονικό διάστημα. Δεν υπάρχει καμία επίσημη ανακοίνωση από το ΑΣΕΠ, που είναι ο Δημόσιος Φορέας Επιλογής Προσωπικού, που να θέτει χρονικούς περιορισμούς στην ισχύ τους, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Όμως, κατά περίπτωση, κάποια Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, ιδιαίτερα για Μεταπτυχιακές Σπουδές, μπορούν να θέσουν χρονικούς περιορισμούς ή να απαιτήσουν εξειδικευμένους τίτλους Γλωσσομάθειας που καλύπτουν τις δικές τους ανάγκες (πχ. GMAT, SAT, TOEFL, IELTS κλπ). Οι μεμονωμένες αυτές περιπτώσεις δεν αναιρούν τη γενική αρχή που ισχύει (ΑΣΕΠ), και η οποία έχει καθολική αποδοχή ακόμη και στον ιδιωτικό τομέα.